Κεντώ τη Γραμμή – Τυπώνω την Κλωστή: Οι συλλογές κεντημάτων και σταμπωτών του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας σε διάλογο με έργα της εικαστικού-χαράκτριας Ευγενίας Βασιλούδη

Κεντώ τη Γραμμή – Τυπώνω την Κλωστή: Οι συλλογές κεντημάτων και σταμπωτών του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας σε διάλογο με έργα της εικαστικού-χαράκτριας Ευγενίας Βασιλούδη

20 Οκτωβρίου 2015 – 31 Δεκεμβρίου 2015

Οι συλλογές κεντημάτων και σταμπωτών του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας συνδιαλέγονται με έργα της εικαστικού-χαράκτριας Ευγενίας Βασιλούδη σε μικρή εικαστική παρέμβαση/έκθεση στην αίθουσα μόνιμων συλλογών του Λεβέντειου Μουσείου «Οι τεχνίτες της πόλης». Εμπνευσμένες από την τέχνη των κεντημάτων και των σταμπωτών μαντηλιών, τέσσερεις χαρακτικές-εικαστικες εγκαταστάσεις της Βασιλούδη, συναντούν αυθεντικές πιιττωτές δαντέλες, πιπίλλες και σταμπωτά μαντήλια. Μια συνάντηση που δημιουργεί ένα άρρηκτα ενεργό διάλογο μεταξύ της παραδοσιακής και σύγχρονης τέχνης.

Οι συλλογές κεντημάτων και σταμπωτών του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας συνδιαλέγονται με έργα της εικαστικού-χαράκτριας Ευγενίας Βασιλούδη σε μικρή εικαστική παρέμβαση/έκθεση στην αίθουσα μόνιμων συλλογών του Λεβέντειου Μουσείου «Οι τεχνίτες της πόλης». Εμπνευσμένες από την τέχνη των κεντημάτων και των σταμπωτών μαντηλιών, τέσσερεις χαρακτικές-εικαστικες εγκαταστάσεις της Βασιλούδη, συναντούν αυθεντικές πιιττωτές δαντέλες, πιπίλλες και σταμπωτά μαντήλια. Μια συνάντηση που δημιουργεί ένα άρρηκτα ενεργό διάλογο μεταξύ της παραδοσιακής και σύγχρονης τέχνης.

Τα εργόχειρα, εκτεθειμένα μέσα στις προθήκες του μουσείου, έχοντας την υπόσταση του μουσειακού αντικειμένου, δημιουργούν μια οπτική και ιδεολογική σύγκρουση με το έργο τέχνης το οποίο εκτεθειμένο χωρίς πλαίσιο, αίρει την «αθανασία» του. Πρόκειται για μια αντιπαράθεση που σημειολογικά αμφισβητεί και απαλλάσσει το έργο τέχνης από θεωρητικές υπερβολές, αφήνοντάς το να διεκδικήσει το χώρο του λιτά και συμβατικά, ως ένα εργόχειρο.

Τα εργόχειρα, εκτεθειμένα μέσα στις προθήκες του μουσείου, έχοντας την υπόσταση του μουσειακού αντικειμένου, δημιουργούν μια οπτική και ιδεολογική σύγκρουση με το έργο τέχνης το οποίο εκτεθειμένο χωρίς πλαίσιο, αίρει την «αθανασία» του. Πρόκειται για μια αντιπαράθεση που σημειολογικά αμφισβητεί και απαλλάσσει το έργο τέχνης από θεωρητικές υπερβολές, αφήνοντάς το να διεκδικήσει το χώρο του λιτά και συμβατικά, ως ένα εργόχειρο.

Η εικαστικός, μέσα από την παρουσίαση αυτή, εξισώνει την έννοια του εργοχείρου με εκείνη του έργου τέχνης, υποστηρίζοντας πως χωρίς την ενέργεια των χεριών, το κάθε έργο καταλήγει στη λήθη και στερείται τη δύναμη της μνήμης. H σύζευξη του «χαρακτικού λόγου» της Βασιλούδη με το «λόγο» των δημιουργών των εργοχείρων του Μουσείου, αποκαλύπτουν σκέψεις και ανησυχίες γυναικών μιας άλλης εποχής, ραμμένες και κεντημένες στο σήμερα. Μνήμες και καθημερινές έγνοιες που δεν ειπώθηκαν ποτέ, αλλά παγιδεύτηκαν στα εργόχειρα/έργα τέχνης.

Μέσα από την ιστορία των εργοχείρων και των χαρακτικών έργων της Ευγενίας Βασιλούδη, εμπνευσμένων από την ιστορία της παράδοσης, το Μουσείο δίδει στο κοινό μια διαφορετική ερμηνεία και προσέγγιση των εκθεμάτων του.