Ενετοκρατία
Οι σχέσεις μεταξύ Κύπρου και Βενετίας είχαν αναπτυχθεί πολύ πριν από την ανάληψη του νησιού από τη Γαληνοτάτη. Η παρουσία των Ενετών στο νησί υπολογίζεται ότι άρχισε από τα τέλη της τρίτης δεκαετίας του 12ου αιώνα και ενισχύθηκε τον 13ο· κυρίως όμως τον 14ο και 15ο αιώνα με την επικύρωση και τη διεύρυνση των προνομίων των Ενετών εμπόρων από τους διάφορους Λουζινιανούς βασιλιάδες της νήσου.
Η Βενετία, αφού πέτυχε το 1489 να αναλάβει τη διακυβέρνηση της Κύπρου με διπλωματικό τρόπο, οργάνωσε στο νησί το δικό της διοικητικό σύστημα και επέβαλε τη δική της στρατιωτική οργάνωση. Βασική επιδίωξή της ήταν να διασφαλίσει τη σταθερή κατοχή της Κύπρου και την –όσο το δυνατόν– καλύτερη και αποδοτικότερη αξιοποίηση και εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων του νησιού.
Το 1570 η Λευκωσία έπεσε στα χέρια των Οθωμανών και λίγο αργότερα, το 1571, έπειτα από μια ηρωική πολιορκία ενός έτους η Αμμόχωστος παραδόθηκε στα οθωμανικά στρατεύματα. Πολλοί ήταν οι Ενετοί άποικοι, Κύπριοι και εξελληνισμένοι Φράγκοι και Ενετοί που ζήτησαν στην πόλη των δόγηδων ασφαλές καταφύγιο.
Η διοίκηση των Βενετών
Η Λευκωσία ήταν το διοικητικό κέντρο όπου λειτουργούσε το Ανώτατο Συμβούλιο (Reggimento), καθώς και η έδρα του τοποτηρητή (luogotenente) και των δύο συμβουλίων του (consiglieri). Ένα μεγάλο ποσοστό Κυπρίων και ξένων αστών κατείχε θέσεις στη δημόσια διοίκηση.
Η μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου, η Λευκωσία, ήταν και το εμπορικό κέντρο της νήσου. Μαζί με την Αμμόχωστο εξελίχθηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα. Η Λευκωσία αριθμούσε την εποχή αυτήν περίπου 30.000 κατοίκους. Στην πόλη αναπτύχθηκε ο θεσμός των αστικών συμβουλίων. Η Λευκωσία είχε δύο συμβούλια, το ένα αντιπροσώπευε τα ανώτερα κλιμάκια της αστικής κοινωνίας, δηλαδή τους ευγενείς και τους αστούς, και το άλλο τα λαϊκά στρώματα.
Η αστική οικονομία ήταν προσδεμένη με το εμπόριο αλλά και με βιοτεχνίες, όπως η υφαντική και η παραγωγή υφαντουργικών προϊόντων, η επεξεργασία χρωστικών ουσιών κ.ά., που λειτουργούσαν στις πόλεις και συνδέονταν με την αγροτική παραγωγή της υπαίθρου. Τα παζάρια της Λευκωσίας διέθεταν τόσο ντόπια όσο και εισαγόμενα προϊόντα.
Οι νέες οχυρώσεις
Από τις αρχές του 16ου αιώνα οι Βενετσιάνοι διοικητές της Λευκωσίας υπογράμμιζαν με επιστολές τους στον δόγη την άμεση ανάγκη να οχυρωθούν επαρκώς όλες οι πόλεις της Κύπρου. Η απειλή μιας επίθεσης των Οθωμανών ήταν ορατή.
Το 1567 αποφασίστηκε η οχύρωση της Λευκωσίας. Στο νησί κατέφθασε για τον σκοπό αυτόν ο στρατιωτικός μηχανικός Giulio Savorgnano και πρότεινε ένα καινούργιο σχέδιο για τις νέες οχυρώσεις, το οποίο για πρώτη φορά θα εφαρμοζόταν. Τα νέα τείχη σχημάτιζαν άστρο με 11 καρδιόσχημους προμαχώνες, στους οποίους το σχέδιο επέτρεπε καλύτερη διαχείριση της νέας τεχνολογίας πυροβόλων όπλων της εποχής, καθώς και καλύτερο έλεγχο από τους υπερασπιστές της πόλης. Τα τείχη περιλαμβάνουν τρεις πύλες: την Porta Giuliana (Πύλη Αμμοχώστου), την Porta del Proveditore (Πύλη Κερύνειας) και την Porta di San Domenico (Πύλη Πάφου).